- λιβαδίου
- λιβάδιονsmall springneut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Λιβαδίου, δήμος — Νέος δήμος (3.187 κάτ.) του νομού Λαρίσης, που συστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τις πρώην κοινότητες Δολίχης και Λιβαδίου, οι οποίες καταργήθηκαν. Έδρα του δήμου ορίστηκε η κωμόπολη Λιβάδι … Dictionary of Greek
Καλύβια Λιβαδιού Αραχόβης — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 1.100 μ., 363 κάτ.) στην πρώην επαρχία Λειβαδιάς του νομού Βοιωτίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αραχόβης … Dictionary of Greek
Μογγολία — Κράτος της κεντρικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Ρωσία και στα Α, στα Ν και στα Δ με την Κίνα.Tα εδαφικά όρια της Μ., εξαιτίας των χαρακτηριστικών της περιοχής στην οποία εκτείνεται η χώρα, δεν καθορίζονται από φυσικά στοιχεία, εκτός από το… … Dictionary of Greek
GR-42 — Präfektur Larisa Νομός Λάρισας Basisdaten Staat: Griechenland V … Deutsch Wikipedia
Larisa (Präfektur) — Präfektur Larisa (1882–2010) Νομός Λάρισας Basisdaten (April 2010)[1] Staat … Deutsch Wikipedia
Larissa (Präfektur) — Präfektur Larisa Νομός Λάρισας Basisdaten Staat: Griechenland V … Deutsch Wikipedia
Liste der Gemeinden Griechenlands (1997–2010) — Die folgende Tabelle umfasst alle griechischen Gemeinden, die im Zuge des Kapodistrias Programms von 1997 aus knapp 6.000 kleineren kommunalen Einheiten geschaffen wurden und im Zuge des Kallikratis Gesetzes von 2010 zum 1. Januar 2011… … Deutsch Wikipedia
αλίβαδος — η, ο [λιβάδι] 1. αυτός που δεν μπορεί να αποκτήσει τη νομή λιβαδιού για ξεχειμώνιασμα τών ζώων του 2. (για ζώα) αυτός που δεν διαχείμασε σε λιβάδι … Dictionary of Greek
ειμωνιάτης — λειμωνιάτης, ὁ (Α) φρ. «λειμωνιάτης λίθος» λίθος με πράσινο χρώμα σαν τού λιβαδιού. [ΕΤΥΜΟΛ. < λειμών, ῶνος + κατάλ. ιάτης (πρβλ. κοπ ιάτης)] … Dictionary of Greek
λιβαδάτος — λιβαδᾱτος, άτη, ον (Μ) [λιβάδι] αυτός που έχει χαρακτηριστικά λιβαδιού, χλοερός … Dictionary of Greek